Και για να μιλήσουμε ειλικρινά: αυτό το γεωμετρικό τόπο του ανθρώπινου και του απάνθρωπου, οι αγνές καρδιές μπορούν και το βλέπουν παντού. Ο Φάουστ κι ο Δον Κιχώτης αποτελούν μεγάλες στιγμές της τέχνης, επειδή με τα γήινα χέρια τους μας δείχνουν ένα ανυπέρβλητο μεγαλείο. Έρχεται, όμως, πάντα μια στιγμή όπου το πνεύμα αρνιέται τις αλήθειες που μπορούν ν’ αγγίξουν αυτά τα χέρια. Έρχεται μια στιγμή όπου η δημιουργία δε θεωρείται πια τραγική: θεωρείται σημαντική. Τότε ο άνθρωπος κυριεύεται απ’ την ελπίδα. Δεν πρέπει, όμως, να έχει καμιά σχέση μ’ αυτή. Καθήκον του είναι να περιφρονεί τις υπεκφυγές. Αυτή, την υπεκφυγή, είναι που ξαναβρίσκω στο τέλος της θυελλώδους δίκης του Κάφκα, της δίκης που δικάζει ολόκληρο το σύμπαν. Με την απίστευτη ετυμηγορία του, ο Κάφκα αθωώνει, τελικά, αυτό τον αποτρόπαιο κι ανάστατο κόσμο, όπου ακόμα κι οι τυφλοπόντικες ενώνονται για να ελπίζουν. [Ό,τι αναφέρεται πιο πάνω αποτελεί, φυσικά, μια ερμηνεία του έργου του Κάφκα. Είναι, όμως, σωστό να προσθέσουμε πως τίποτα δεν εμποδίζει να το δούμε κάτω από ένα εντελώς αισθητικό πρίσμα – μακριά από κάθε ερμηνεία. Ο B. Groethuysen, λόγου χάρη, στον αξιοσημείωτο πρόλογό του για τη “Δίκη” περιορίζεται, με περισσότερη σύνεση από μας, να παρακολουθήσει μονάχα τις οδυνηρές φαντασίες εκείνου που, μ’ έναν επιτυχή χαρακτηρισμό ονομάζει: ο άγρυπνος κοιμώμενος. Είναι η μοίρα, κι ίσως το μεγαλείο, αυτού του έργου, ότι προσφέρει όλες τις δυνατότητες και δεν πιστοποιεί καμία.]