Από το «Ελλάς και Ευρώπη», εκδ. Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών, Αθήνα 1977.
Το στοιχείο που κατά κύριο λόγο προσδιορίζει τις διαρκέστερες και ιστορικά σημαντικές ανθρώπινες κοινότητες δεν είναι ούτε η εγκατάσταση στον ίδιο γεωγραφικό χώρο, ούτε οι διαρκώς μεταβαλλόμενες οικονομικές συνθήκες και τα συναφή συμφέροντα. Κατά κύριο λόγο οι κοινότητες σχηματίζονται από τα κοινά πνευματικά στοιχεία, τις κοινές αντιλήψεις για βασικές αξίες, θρησκευτικές, κοινωνικές, αισθητικές, που αποκρυσταλλώνονται στην κοινή παράδοση, στους κοινούς μύθους, στο κοινό ήθος, σε ένα σύνολο από όμοιες ψυχικές αντιδράσεις. Τέτοιας διαρκείας και ιστορικής σημασίας είναι μόνο οι πολιτιστικές κοινότητες.
Αυτή η αρχή ισχύει για τους ιστορικούς χρόνους. Αντίθετα το στοιχείο που συνείχε τις προϊστορικές κοινωνίες ήταν καθαρά βιολογικό, όπως συμβαίνει και στα είδη των ζώων. Αργότερα ίσως να ετέθη για τον πρωτόγονο άνθρωπο και το στοιχείο του χώρου. Όσο όμως διαφοροποιούνται οι άνθρωποι από τα ζώα, τόσο η ενότητα μεταξύ τους άρχισε να στηρίζεται ολοένα περισσότερο σε μη υλικά στοιχεία — την κοινή λατρεία, τις κοινές παραδόσεις, τα κοινά έθιμα, δηλαδή σε στοιχεία, όχι πια βιολογικά ή γενικώς υλικά, αλλά πνευματικά, πολιτιστικά.
Ενώ όμως στο πολιτιστικό πεδίο φωλιάζει η ενότητα των ιστορικών κοινωνιών, δεν παύουν να υπάρχουν και τα βιολογικά η και τα γεωγραφικά στοιχεία συνοχής, μόνο που καθίστανται πια στοιχεία υπηρετικά της πολιτιστικής κοινότητας. Επίσης παρατηρείται ότι, ενώ τα βιολογικά στοιχεία συγχέονται διότι παρατηρούνται παντού στη Γη μίξεις φυλών, σε σημείο που κατ’ ουσία καμιά ιστορική φυλή να μην είναι βιολογικά καθαρή, απάνω από αυτή την γενική βιολογική σύγχυση, αποκρυσταλλώνονται και γίνονται αποφασιστικές για την πορεία των ανθρώπων οι πολιτιστικές ενότητες. Μίξεις πολλών φυλών, βιολογικά διάφορων, αποτελέσανε τα έθνη στην Κοιλάδα της Μεσοποταμίας, οι Έλληνες του 11ου αιώνα π.Χ., οι Ετρούσκοι, οι Ρωμαίοι, που μάλιστα με τους κυριότερους μύθους των εκφράσανε αυτή τη βιολογική μίξη, που βρίσκεται στη βάση της πολιτιστικής, της εθνικής των ενότητας.
Σήμερα επιβιούν ακόμη βιολογικοί διαχωρισμοί —διάκριση λευκής και κίτρινης, λευκής και χαμιτικής φυλής— αλλά μπορεί κανείς να προβλέψει και αυτών την τελική, σε απώτερους αιώνες, σύγχυση• είναι μάλιστα ολοφάνερη η διαπήδηση και ολόκληρων εθνικών μονάδων από ένα ανθρώπινο γένος σε άλλο. Οπότε κυριαρχεί κατά τρόπο, θα έλεγα, σχεδόν αποκλειστικό το πολιτιστικό στοιχείο. Σήμερα, όλα τα έθνη, που ασφαλώς προέρχονται από πολλούς φυλετικούς βιολογικούς συνδυασμούς, διακρίνονται σε μεγάλες οικογένειες εθνών από τα πολιτιστικά τους στοιχεία, την κοινή γλώσσα, την κοινή θρησκεία — παρ’ όλες τις ενυπάρχουσες σε αυτά τα στοιχεία ακριβώς δυνατές ειδικότερες εσωτερικές διαφοροποιήσεις. τα έθνη των ιστορικών χρόνων, των πενήντα τουλάχιστον τελευταίων αιώνων, αποτελούν πολιτιστικές κοινότητες.
Η Ευρώπη αποτελεί μια κοινότητα, διότι στηρίζεται σε ένα κοινό πολιτιστικό βάθρο θεραπεύοντας τις ίδιες ανώτατες πνευματικές αξίες. Αυτά τα καθαρά πνευματικά στοιχεία προσδιορίζουν και τα φυσικά της όρια. Ισχύει και για την Ευρώπη και για κάθε προηγμένη κοινότητα ανθρώπων, αυτό πού, κατά τον λόγο του Ισοκράτη, ϊσχυε για την αρχαία Ελλάδα: «…καὶ μᾶλλον Ἕλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας παρά τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας» (Πανηγυρικός §50).
Αποτελεί τόλμημα να θελήσει κανείς να σκιαγράφησει τα κύρια χαρακτηριστικά του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ενώ κάθε καλλιεργημένος Ευρωπαίος τα διαισθάνεται, ο προσδιορισμός τους υπάρχει πάντα κίνδυνος να είναι ελλιπής, να μην καλύπτει όλο το φάσμα τους και να κα-ταστρέψη την ενότητα τους. Είναι όμως ανάγκη για την πληρότητα της σκέψης μας να σημειώσουμε μερικά κύρια σημεία, που ύστερα, με την σύγκριση τους προς τις άλλες πολιτιστικές σφαίρες της Οικουμένης, θα καταστούν ανάγλυφα και συγκεκριμένα.
Δε θα με σταματήσει η εύλογη κατηγορία ότι παρουσιάζω κοινούς τόπους. Τους παρουσιάζω εν επιγνώσει μου, διότι οι νεώτερες ιδίως γενεές, που θέλουν την ενότητα της Ευρώπης, είναι ακριβώς εκείνες που συγχρόνως αρνούνται τις βασικές της αξίες. Και καταντά γι’ αυτό να επιδιώκεται αυτή η ποθητή ενότητα με δεσμούς επιφανειακούς, πρόσκαιρους και μεταβλητούς κατά τη δύναμη και τη σημασία τους, ενώ λησμονούνται οι θεμελιώδεις και οι μόνιμοι.
Για να συλλάβω το νόημα της Ευρώπης νομίζω πώς είναι ανάγκη να αρχίσω από τον άνθρωπο, από τον Ευρωπαίο, σαν ατομική και αυτόνομη ύπαρξη περισσότερο από κάθε άλλο είδος τού ανθρώπινου γένους, πιο ελεύθερο από εξωτερικούς προσδιορισμούς τόσο στην αντίληψη και στην σκέψη του γενικά, όσο και στην πράξη που κατευθύνεται από την έλλογη βούληση του.
Η σκέψη του έχει κύριο κίνητρο, όχι δοσμένες απ’ έξω ή από πριν σχηματισμένες αντιλήψεις, αλλά μια πηγαία και προσωπική σύλληψη των πραγμάτων. Είναι επομένως η σκέψη του ατομική, αυτοδύναμη, ελεύθερη, πάντα βέβαια μέσα στα όρια της σχετικότητας κάθε ιστορικού γεγονότος και στο μέτρο που μπορεί να υπάρξει, μέσα στην πραγματικότητα, ελευθερία. Ο Ευρωπαίος είναι επομένως ο πιο λογοκρατούμενος από τους ανθρώπους. Αμφισβητεί, ερευνά, κρίνει κατά δύναμιν αδέσμευτος. Αυτός είναι ο λόγος που τον οδήγησε στο δρόμο της επιστήμης, που μη περιοριζόμενη στην εμπειρία και μη επιδιώκουσα την ικανοποίηση μόνο πρακτικών αναγκών, αλλά ανάγουσα τα φαινόμενα σε γενικές αρχές, φθάνει στην καθαρή θεωρία, δηλαδή στη θεωρία που αποβλέπει κυρίως και για πρώτη φορά στη συστηματική γνώση.
Αυτή η ελεύθερη στάση του Ευρωπαίου εκτείνεται και πέρα από τη σκέψη, στη φαντασία, και εκδηλώνεται με τη ροπή για δημιουργία πάντα νέων μορφών σε κάθε έργο είτε της τέχνης είτε της πράξης.
Η ελευθερία, στηριγμένη στο λόγο, δίνει στη ζωή του Ευρωπαίου μια δύναμη που δεν επιτρέπει το σταμάτημα σε μια θέση, αλλά σπρώχνει προς νέες πάντα θέσεις. Η στατικότητα των άλλων μεταβάλλεται από τον Ευρωπαίο σε δυναμική εξέλιξη.
Ο Ευρωπαίος δεν επαναπαύεται σε τίποτε. Επαναλαμβάνει συνεχώς το βασικό ερώτημα των πρώτων φιλοσόφων «τι εστί;». Γνώρισμα του η συνεχής αναζήτηση. Στο δρόμο αυτό δεν υπάρχει σταμάτημα. Είναι αυτονόητο ότι η αναζήτηση προϋποθέτει ελευθερία εσωτερική, αλλά και κοινωνική. Προϋποθέτει ένα ελεύθερα δρών άτομο, μέσα σε μιαν ελεύθερη πολιτεία. Γι’ αυτό δεν πρέπει να απορεί κανείς ότι η διακυβέρνηση των πολιτειών από τον ίδιο το λαό διαπλάστηκε στον ευρωπαϊκό χώρο και ακόμα ως σήμερα έχει εκεί τα σταθερά της πρότυπα.
Αυτή η αδιάκοπη κίνηση προς κάτι νέο, η εξέλιξη και συχνά η πρόοδος, δημιουργούν μια άλλη σύλληψη του χρόνου από εκείνη, που ίσως κυριαρχεί στις συνειδήσεις άλλων εθνών και φυλών. Αυτό ισχύει επίσης ακόμη και για την προχριστιανική περίοδο, οπόταν δεν είχε διαπλασθεί ο Ιστορικός χρόνος, όπως διαμορφώθηκε από το Χριστιανισμό και δια μέσου του έργου του ‘Αγίου Αυγουστίνου.
Σημειώνοντας ότι αυτή η αέναη τάση προς τα εμπρός, προς μιαν ασταμάτητη πρόοδο, είναι γνώρισμα του Ευρωπαίου, δεν λησμονούμε ότι το φαινόμενο αυτό εκτείνεται και έξω από το χώρο του ευρωπαϊκού πολιτισμού. η επέκταση όμως αυτή συχνά συντελείται μόνο στα ρηχότερα στρώματα, στο τεχνικό πεδίο πού, άλλωστε, λίγο επηρεάζει και πάντως ούτε ωφελεί ούτε βλάπτει τα βασικά στοιχεία των εξωευρωπαϊκών πολιτισμών. Αλλά και όπου έτσι επεκτάθηκε, τούτο υπήρξε αποτέλεσμα απομίμησης των ευρωπαϊκών προτύπων.
Για την κατανόηση του νοήματος της Ευρώπης, έκτος από όσα θεωρητικά σημειώσαμε στα προηγούμενα, θα ήταν σκόπιμη η γενετική, η ιστορική θεώρηση της.
Τα βασικά γνωρίσματα του Ευρωπαίου Ανθρώπου, τόσο τα διανοητικά όσο και τα κοινωνικά, εμφανίζονται μαζί με τον πρώτο ευρωπαϊκό πολιτισμό, στο χώρο όπου είχε ριζώσει χίλια σχεδόν χρόνια προ Χριστού ο ελληνικός κόσμος.
Δεν είναι ανάγκη, πελαγοδρομώντας μέσα σε κοινούς και γνωστούς τόπους, να απαριθμήσω τις πολιτιστικές μορφές των κλασσικών αιώνων που επιβεβαιώνουν του λόγου τούτου το ασφαλές. Ο πρωτόγονος εταστικός βίος παίρνει την αυστηρή, την απομυθοποιημένη μορφή του επιστημονικού λόγου που γίνεται ιδιαίτερα εναργής στη μαθηματική σκέψη. Παίρνει επίσης το δρόμο προς μια τέχνη που έχει επίκεντρο τον άνθρωπο και προχωρεί πάντα πιο ελεύθερη προς μορφές που καθορίζει κάθε φορά η ανθρώπινη προσωπικότητα. Εξ άλλου, ο πρακτικός βίος θεμελιώνεται στο άτομο, στον ελεύθερο άνθρωπο, στην ελεύθερη επικοινωνία και στην ελεύθερη διαβίωση των ανθρώπων. Προς αυτούς τους στόχους οδηγεί ό, από τον ίδιο τον άνθρωπο θεσπισμένος, γενικός νόμος της πόλεως, ο φύλακας της ελευθερίας του καθενός και της ειρηνικής συνύπαρξης όλων.
Τόσο στον θεωρητικό, όσο και στον πρακτικό βίο πρυτανεύει η αρχή της μεσότητας και του μέτρου. Είναι άξιο προσοχής το γεγονός ότι η φύση τού ευρωπαϊκού γεωγραφικού χώρου κατά το πλείστον έχει ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά. Ένα μέσο κλίμα, εύκρατο, αν εξαιρέσει κανείς τις βόρειες παρυφές. οι εδαφικές διαμορφώσεις δεν έχουν, παρά πολύ σπάνια, τις τιτανικές διαστάσεις που συναντούμε στις άλλες ηπείρους. από τη φύση αυτή, ο Έλληνας διδάχτηκε τις αρετές της μεσότητας και τού μέτρου και τις έκανε κανόνα στα έργα της φαντασίας και της σκέψεως.
Στους μεταγενέστερους χρόνους, τους ρωμαϊκούς, τους μεσαιωνικούς και τους νεώτερους ως σήμερα, απάνω σε αυτά τα βάθρα οικοδόμησε η Ευρώπη τον πολιτισμό της, χωρίς να παρεκκλίνει από τις βασικές αξίες που σκιαγραφήσαμε. Απεναντίας μάλιστα τις αξιοποίησε, τις άπλωσε σε όλες τις δυνατές συνέπειες και στη θεωρία και στην πράξη.
Σε αυτό το σύστημα των πνευματικών αξιών από όπου ξεκίνησε η θεωρητική και η πρακτική φιλοσοφία, η επιστήμη, η τέχνη της Ευρώπης, έρχεται η Ρώμη να προσθέσει στο χώρο της πολιτικής πράξεως την παρουσία της, δημιουργώντας το μέγιστο παράδειγμα ευνομούμενης πολιτείας, από όπου οι νομικοί, αλλά και οι πολιτικοί, αντλήσανε και ακόμα σήμερα αντλούν τις βασικές οδηγητικές αρχές τους. Μέσα στο χώρο που δημιούργησε η ρωμαϊκή πολιτική τάξη επεκτάθηκε σε όλη τη δυτική και κεντρική Ευρώπη ο ελληνορωμαϊκός πολιτισμός, που γίνεται έτσι βάθρο και της Δυτικής Ευρώπης, ενώ στην Ανατολή, όπου και εκεί διατηρήθηκε η ρωμαϊκή τάξη, σε όλο τον μεσογειακό και μεσανατολικό χώρο, προσλαμβάνει και αυτή η ρωμαϊκή τάξη ολοένα περισσότερο ελληνική χροιά.
Αλλά το πιο σπουδαίο γεγονός μέσα στο ρωμαϊκό αυτό πλαίσιο είναι που μπόρεσε να ανδρωθεί ο Χριστιανισμός, που έτσι προστίθεται στον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό, για να ολοκληρωθεί το τρίπτυχο που εκφράζει, κατά τα θεμελιακά του στοιχεία, τον κόσμο της Ευρώπης. Μέσα στο πλαίσιο της Αυτοκρατορίας υποδέχθηκε η πολιτισμένη ανθρωπότητα το μήνυμα του Χριστού και, αφού το συνέζευξε με τη μεταφυσική της ελληνικής φιλοσοφίας στην έσχατη φάση της πορείας της —στην ώρα ακριβώς που η φιλοσοφία άρχιζε πάλι να επιστρέφει στο μύθο —έπλασε, ύστερα από δυόμιση αιώνων κλυδωνισμούς, το θρησκευτικό δόγμα της Χριστιανοσύνης, άλλα ταυτόχρονα και την κοινότητα των Χριστιανών, την Εκκλησία. Ύστερα από αιώνες κατατρεγμού η Εκκλησία, που είχε εν τω μεταξύ αποκαθάρει το δόγμα από πολλές ασιατικές μυθοπλασίες και από επικίνδυνες αντιφάσεις, στάθηκε η κιβωτός του ευρωπαϊκού πολιτισμού, στις ώρες που οι μεταναστεύσεις των βαρβάρων κινδύνευαν να ρίξουν σε μιαν αμετάκλητη καταστροφή τα επιτεύγματα των Ελλήνων και των Ρωμαίων. Και έτσι κατόρθωσαν και πλάι στις μεταγενέστερες ώρες της αιθρίας να αναδυθούν οι ιδέες, οι αξίες του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, συνδυασμένες με το χριστιανικό δίδαγμα της αγάπης.
Χάρη σ’ αυτό το επίτευγμα, στη μεγαλύτερη πια σε έκταση και σε δύναμη Ευρώπη, έμειναν ακλόνητες οι αρχές αυτές που, παρ’ όλες τις αναστατώσεις και τις πρόσκαιρες συσκοτίσεις, αποτελούν από τότε ως σήμερα την φυσιογνωμία της, συγκροτούν την ενότητα της και προσδιορίζουν την αποστολή της. Οι κοινές αυτές ρίζες αποτελέσαν το στέρεο βάθρο του πολιτιστικού οικοδομήματος.
Με την επέκταση του ευρωπαϊκού πολιτισμού στη δυτική και κεντρική Ευρώπη, έγιναν συγχρόνως κοινωνοί του πολιτισμού αυτού νέα έθνη που εισέδυσαν σε αυτούς τους χώρους. Έτσι, αυτό το σύστημα των αξιών που σκιαγραφήσαμε, έγινε κτήμα των νέων εθνών, που αποτελέσαν με την μεσαιωνική και την νεώτερη ιστορία τους το βάθρο όλης της σύγχρονης Ευρώπης.
Σύγκριση Ευρώπης με άλλους κόσμους
Θέλοντας να χαράξουμε τον πνευματικό χώρο της Ευρώπης και να καταστήσουμε κατά το δυνατόν ανάγλυφο το νόημα της, είναι σκόπιμο να κάνουμε συγκρίσεις. Δε θέλουμε με αυτές να αξιολογήσουμε τους διάφορους πολιτιστικούς κύκλους, που καλύπτουν τη γη, ούτε να συναγάγουμε συμπεράσματα για την υπεροχή του ενός ή του άλλου. Σημειώνουμε μόνο ένα σημείο, το στοιχείο της μεγαλύτερης δημιουργικότητας του πολιτισμού της Ευρώπης: τη μεγαλύτερη δύναμη να εξελίσσεται, που πηγάζει από το εταστικό πνεύμα του Ευρωπαίου και περιορίζει ή εκμηδενίζει τη στατικότητα. Οι μεγάλοι πολιτισμοί της Ασίας, ο σινικός και ο ινδικός, που δεν τους χαρακτηρίζουμε ούτε ως ανώτερους ούτε ως κατώτερους του ευρωπαϊκού, είναι στατικοί. Άνθρωποι άλλωστε υπήρχαν από χιλιετηρίδες σκόρπιοι σε όλη την επιφάνεια και άλλων ηπείρων. Εν τούτοις, η ζωή του πνεύματος, γενικά ο πολιτισμός, που σήμερα κυριαρχεί στην Οικουμένη, αφού γεννήθηκε σε περιοχές ευεπίφορες, στις παρυφές της Ασίας, ξέφυγε από εκεί και έφθασε στα παράλια της Μεσογείου. Εκεί έφθασε στα ανώτατα πολιτιστικά στάδια, ενώ βρήκε την πιο γόνιμη εξέλιξη στα χέρια εθνών, που από τότε είχαν εγκατασταθεί στη νότια και την κεντρική Ευρώπη. Και ενώ μπορούσε το φώς αυτό του πολιτισμού να διαδοθεί και μάλιστα πιο εύκολα ανατολικά προς την Ασία ή την Αφρική, διαδόθηκε προς βορρά και κάλυψε τη σημερινή Ευρώπη. Σε αυτό το σημείο ειδικά παρουσιάζεται μια θετική διαφορά. Ενώ ο αιγυπτιακός, ακόμη και ο περσικός πολιτισμός στάθηκαν σ’ ένα σημείο ή έσβησαν, η ελληνορωμαϊκή δημιουργική δύναμη όργωσε την Κεντρική Ευρώπη και τελικά την κάλυψε ολόκληρη.
Τα όρια της Ευρώπης ως πολιτιστικής κοινότητας
Όπου ζουν Ευρωπαίοι, άνθρωποι των οποίων κύρια χαρακτηριστικά πιο πάνω αναφέραμε, εκεί υπάρχει Ευρώπη. Είναι ίσως περιττό να σημειώσω ότι η Ευρώπη εκτείνεται έως εκεί όπου οι Ευρωπαίοι δίνουν τον άρχοντα τόνο σε όλες τις εκδηλώσεις της κοινωνικής και της προσωπικής ζωής και όχι όπου παρουσιάζονται μεμονωμένα δείγματα Ευρωπαίων, που ξεχωρίζουν σαν εξαιρέσεις μέσα σε διαφορετικούς πολιτιστικούς χώρους. Η ρευστότητα επομένως στη χάραξη των ορίων της Ευρώπης είναι μοιραία.
Ίσως θα βοηθούσε για τη χάραξη των ορίων της Ευρώπης η προσφυγή επικουρικώς και σε άλλα κριτήρια. Πάντως όμως το πολιτιστικό κριτήριο θα παρέμενε η απαραίτητη βάση, διότι, όπου δεν υπάρχει ευρωπαϊκός πολιτισμός, δεν υπάρχει Ευρώπη. Αλλά θα μπορούσε να εξετάσει κανείς μήπως, όπου υπάρχει αυτός ο πολιτισμός συμπίπτουν και άλλα στοιχεία. Τέτοια στοιχεία θα αναφέρονταν είτε στο χώρο όπου απαντάται αυτός ο πολιτισμός (το κλίμα, τη γη, τη θάλασσα), είτε στους ανθρώπους (τη βιολογική, τη φυλετική τους συγγένεια).
Πρέπει πρώτα να τονισθεί ότι όλα αυτά τα στοιχεία δεν είναι απόλυτα. Η Ευρώπη εκτείνεται και σε ποικίλους χώρους και σε ποικίλες φυλές. Αλλά αναμφισβήτητα υπάρχουν ορισμένα γεωγραφικά πλάτη και μήκη και ορισμένα ανθρώπινα γένη που συμπίπτουν, κατά το μέγιστο μέρος, με ότι ονομάσαμε Ευρώπη, παίρνοντας την σα μιαν πολιτιστική ενότητα.
Από τα άρεια φύλα, εκείνα που τελικά φεύγοντας από την Ανατολή σταθεροποιήθηκαν στην σημερινή Ευρώπη, πλάσθηκε ο καθ’ αυτό Ευρωπαίος.
Η Ευρώπη ως ενιαίος γεωγραφικός χώρος
Ο Ευρωπαϊκός Κόσμος, όπως τονίσαμε, εκτείνεται όπου εκτείνεται και η πολιτιστική του υπόσταση. Αλλά σε όλη αυτή την έκταση, που δύσκολα ορίζονται τα όριά της, υπάρχει ένας πιο σκληρός κεντρικός πυρήνας που συμπίπτει με το μεγαλύτερο μέρος του καθ’ αυτό ευρωπαϊκού χώρου, που σε ορισμένα σημεία παρουσιάζεται ρηχότερος και χλωμότερος. Στο χώρο αυτό είναι τώρα ανάγκη να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας, γιατί χωρίς αυτόν, χωρίς τη δική τους ανάπτυξη, θα καταποντίζονταν και όλες οι προεκτάσεις του.
Μέσα στον ευρύτατο αυτό χώρο, που ονομάσαμε ευρωπαϊκό, κεντρικός πυρήνας μένει η καθ’ αυτό Ευρώπη, που γεωγραφικά έχει για σύνορα τον Ατλαντικό, την Αρκτική θάλασσα, τα Ουράλια, τη Μεσόγειο και τις βόρειες και δυτικές παραλίες τού Εύξεινου Πόντου και νοτιότερα το Βόσπορο και τον Ελλήσποντο.
Σε αυτόν τον πιο καθαροχαραγμένο κλειστό χώρο είναι πιο αμιγής, πιο ανάγλυφη η πολιτιστική ομοιογένεια. Και αυτό διότι βρίσκεται σε μεγαλύτερη εγγύτητα με τις πηγές της. Βέβαια, με τις μεταναστεύσεις αυτή η ομοιογένεια ξεχειλίζει πέρα από τα σύνορα της Ευρώπης, λ.χ. στην Αμερική, που μάλιστα, με την εξαφάνιση των ντόπιων πολιτισμών, ευκολότερα διατήρησε τη συγγένεια της με την Ευρώπη, τουλάχιστον στις πιο προηγμένες περιοχές και κατά το μέτρο που εποικίσθηκε από Ευρωπαίους. Έτσι, η διαφορά από την καθ’ αυτό Ευρώπη τείνει, ιδίως στην Βόρειο Αμερική, να εκμηδενιστεί και οι διαφορές από το βασικό πολιτιστικό στοιχείο να περιορισθούν μόνο σε γεωγραφικούς και προ παντός σε οικονομικούς παράγοντες.
Πρέπει άλλωστε να τονισθεί ότι όλοι αυτοί οι διαχωρισμοί, έκτος από τους βασικούς και μεγάλους, χαρακτηρίζονται από μια σχετικότητα και μια ασάφεια• γι’ αυτό όλα τα σύνορα αυτών των περιοχών και των εννοιών, που τις εκφράζουν, δεν πρέπει να τα φανταζόμαστε σαν καθορισμένες γραμμές αλλά σαν φθίνουσες αποχρώσεις. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και δε χρειάζονται για την καθαρότερη σύλληψη των πραγμάτων.
Μπορούμε επομένως να αντικρύσουμε την καθ’ αυτό Ευρώπη, όπως γεωγραφικά τη χαράξαμε, σα μιαν ιστορική και πολιτιστική ενότητα, με συγγενείς οντότητες γύρω της, που όμως, συνδυασμένη με τη γεωγραφική της ενότητα, αποτελεί έναν ξεχωριστό κόσμο, που φυσικά έχει και αυτός τις προεκτάσεις και τις διαπηδήσεις του, όμως δεν αποτελεί κάτι διάφορο και ξέχωρο αλλά κάτι δεμένο με πολύ στερεούς αρμούς.
Μπορεί επομένως σήμερα να μιλήσουμε -αφού διατυπώσαμε τις οφειλόμενες επιφυλάξεις και τους περιορισμούς- για μια πολιτιστική, αλλά και γεωγραφικά ορισμένη Ευρώπη.
Η Ευρώπη, υπό τη στενή αυτή έννοια προσδιορισμένη, αποτελείται από μια φυλή διηρημένη σε πολλές εθνικές κοινότητες, που μέσα σε αυτό το γενικό πλαίσιο έχει η κάθε μια την ιδιοτυπία της και χάρη σ’ αυτήν και την ιδιαίτερη προσφορά της προς το σύνολο.
Η Μεσόγειος
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της καθ’ αυτό Ευρώπης φυσικό είναι να διακρίνονται οι ομάδες που την απαρτίζουν, σχηματίζοντας μια στενότερη ενότητα με συγγενή γνωρίσματα, όπως οι σκανδιναβικές ή οι γερμανικές χώρες.
Τέτοια ενότητα αποτελούν οι χώρες και οι λαοί που ζουν στα βόρεια παράλια της Μεσογείου. Έχουν οι λαοί αυτοί ιδιάζουσα σημασία για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, διότι προέρχονται από τον ευρωπαϊκό χώρο και έχουν συγγενικές νοοτροπίες, την ίδια θρησκεία, συγγενείς παραδόσεις, κοινές συχνά ιστορικές μνήμες, καθώς και κοινές γλωσσικές ρίζες.
Κλιματολογικά και γεωλογικά ανήκουν στον ευρωπαϊκό χώρο, αλλά προ παντός είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με τον ευρωπαϊκό πολιτισμό.
Όποιος βλέπει μακρύτερα θα πρέπει -έτσι πιστεύω- να παραδεχθεί ότι χωρίς τον μεσογειακό κόσμο δεν ολοκληρώνεται η Ευρώπη. Η Μεσόγειος πολιτικά είναι το ασφαλέστερο σύνορο της, οικονομικά, παρ’ όλες τις αδυναμίες του άμεσου παρόντος, είναι πολύτιμος χώρος, και πολιτιστικά ένα κόσμος που χωρίς αυτόν πραγματικά αλλοιώνεται η φυσιογνωμία της Ευρώπης.
Οι παρυφές της Ευρώπης
Η Αμερική, σαν προέκταση του ευρωπαϊκού κόσμου, παρουσιάζει μιαν ιδιοτυπία. Σε ορισμένες περιοχές η προέκταση αυτή οδηγήθηκε σε έναν ποιοτικό ταυτισμό με την Ευρώπη. Σε άλλες αυτός ο ταυτισμός δεν είναι ολοκληρωμένος. Τα εμπόδια αυτά είναι:
α) η σχετικά μεγάλη βιολογική ανάμιξη, στην Κεντρική και Νότια Αμερική, με φυλές αμερικανικές που έχουν άλλες παλιές ρίζες, ξένες από τον ευρωπαϊκό κόσμο,
β) η συμβίωση με χαμιτικά φύλα που και αυτά έχουν άλλες πολιτιστικές και ψυχολογικές ρίζες,
γ) το κράμα -άλλοτε μεγαλύτερο, άλλοτε μικρότερο και όχι πάντα επιτυχές- των ευρωπαϊκών εθνοτήτων, που στάθηκε αιτία να χαθούν οι εθνικές τους ιδιοτυπίες, χωρίς να επιτευχθεί ούτε η σύνθεση, που είναι δυνατή στην Ευρώπη και κατά το πλείστον στην Βόρειο Αμερική ούτε και καμιά άλλη επιτυχέστερη.
Η τυχόν υπεροχή στον τεχνικό πολιτισμό δε σημαίνει και υπεροχή στην πολύπλευρη ενότητα γενικά του πολιτισμού.
Όπως η Τουρκία, έτσι και η Ρωσία ανήκει γεωγραφικά και στην Ευρώπη και στην Ασία. Δεν προεκτείνεται ο ευρωπαϊκός κόσμος σε όλη την έκταση της. Πέρα από τα Ουράλια εισδύει η Ευρώπη πρόσφατα με το πιο επιφανειακό στοιχείο του πολιτισμού, το τεχνικό. Άλλα αυτό δεν αρκεί για να θεωρηθεί αυτός ο χώρος και ο κόσμος που τον πληροί ευρωπαϊκός. Είναι κόσμος το πολύ μικτός και, όσο πάμε βαθύτερα, κόσμος όπου το ευρωπαϊκό στοιχείο σχεδόν δεν υφίσταται. Η Ασία, με τις αρχαίες στατικές της παραδόσεις και αξίες, είναι αξερίζωτη. Δυτικά όμως από τα Ουράλια η Ευρώπη έχει επεκταθεί ουσιαστικά. Σε αυτό συνέβαλε η θρησκευτική γνησιότητα του ρωσικού έθνους και ένας συγχρωτισμός με τις ιδεολογίες της Δυτικής Ευρώπης, που μάλιστα στη Ρωσία προσλαμβάνουν εύκολα μιαν ακραία μορφή.
Έτσι καθορίζουμε, με την οφειλομένη ασάφεια για τους λόγους που αναφέραμε, τα όρια του καθαρά ευρωπαϊκού πολιτισμού και στην Ανατολή και στη Δύση. Υπάρχουν και οι προεκτάσεις στα άκρα, όπου, για ποικίλα αίτια, το χρώμα της Ευρώπης αρχίζει να χλωμαίνει και όπου και η δημιουργικότητα, πέρα απ’ την εφαρμοσμένη επιστήμη, δηλαδή την τεχνική, αρχίζει να αραιώνει. Ενώ η Ευρώπη, πυρήνας αυτών των προεκτάσεων με απαραίτητο στοιχείο για την ολοκλήρωση της τις βόρειες ακτές της Μεσογείου, παραμένει το επίκεντρο και η βάση του ευρωπαϊκού πολιτισμού.