Ομιλία στην σχετική τελετή στο δημαρχείο του Άαχεν, στις 4.5.1978, καταδεικνύουσα τους ευρωπαϊκούς οραματισμούς του
Κύριε Δήμαρχε,
Σᾶς ἐκφράζω τὶς πιὸ θερμὲς εὐχαριστίες μου γιὰ ὅσα εἴπατε γιὰ τὴν πατρίδα μου καὶ γιὰ μένα προσωπικά.
Εὐχαριστῶ ἐπίσης τὸν ὁμοσπονδιακὸν ὑπουργὸ κ. Ertl, καθὼς καὶ τὸν παλιό μου φίλο κ. Rey γιὰ τοὺς φιλόφρονας λόγους τους, μολονότι φοβοῦμαι ὅτι οἱ λόγοι τους ὑπῆρξαν ὑπέρτεροι τῶν ἔργων μου.
Ὀφείλω ὅμως ἰδιαιτέρως νὰ εὐχαριστήσω τὴν Ἐπιτροπὴ Ἀπονομῆς τοῦ βραβείου, γιὰ τὴν ἐξαιρετικὴ τιμὴ πού μοῦ ἔκανε, νὰ μὲ περιλάβει στὸν κύκλο τῶν διακεκριμένων ἐκείνων Εὐρωπαίων ποὺ συνέλαβαν καὶ προώθησαν τὸ ἰδανικό της ἡνωμένης Εὐρώπης. Καὶ εἶναι μιὰ εὐτυχὴς γιὰ μένα σύμπτωσις τὸ γεγονὸς ὅτι ἀκολουθῶ στὸν κύκλο αὐτὸν τὸν πρόεδρο τῆς χώρας σας κ. Scheel γιὰ τὸν ὁποῖο τρέφω βαθυτάτη ἐκτίμηση.
Εἶμαι βέβαιος ὅτι ἡ ὑψηλὴ τιμὴ πού μοῦ ἀπενεμήθη σήμερα δὲν ἀναφέρεται μόνο στὸ πρόσωπό μου, ἀλλὰ καὶ στὸ ἑλληνικὸ ἔθνος, ποὺ χάρισε στὴν Εὐρώπη τὸ ὄνομά της καὶ ποὺ ἐπὶ πολλοὺς αἰῶνες προσέφερε τὸν λόγο καὶ τὸ πνεῦμα του σὲ ὅλους τοὺς λαούς της.
Ἔχει ἰδιαίτερη σημασία, κύριε δήμαρχε, τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὸς ὁ ἑορτασμός, ποὺ γίνεται γιὰ νὰ ἐξαρθεῖ ἡ ἰδέα τῆς ἡνωμένης Εὐρώπης, γίνεται στὴν ὡραία καὶ ἱστορικὴ πόλη σας. Ἐδῶ, ὅπου, πρὶν ἀπὸ ἕνδεκα αἰῶνες, ἕνας κορυφαῖος τῆς ἱστορίας, ὁ Καρλομάγνος, ἔστησε τὴν πρωτεύουσα μιᾶς αὐτοκρατορίας, ποὺ ἐκάλυπτε ὅλες σχεδὸν τὶς ἐκτάσεις τῆς σημερινῆς Εὐρωπαϊκῆς Κοινότητος.
Τὴν ἐπίσημη αὐτὴ ὥρα καὶ προτοῦ ἀναπτύξω τὶς σκέψεις μου πάνω στὸ κύριο θέμα τῆς ὁμιλίας μου, αἰσθάνομαι τὸ χρέος νὰ ἀποτίσω φόρο τιμῆς στοὺς πρωτοπόρους ἐκείνους πού, πρὶν ἀπὸ τριάντα χρόνια, ἀνέλαβαν τὴν σταυροφορία γιὰ τὴν ἕνωση τῆς Εὐρώπης. Χρειάστηκαν ἑκατόμβες ἀνθρωπίνων ὑπάρξεων, κόκκαλα ἑκατομμυρίων νεκρῶν σπαρμένα σὲ ὅλες τὶς χῶρες τῆς Εὐρώπης, γιὰ νὰ συνειδητοποιήσουν οἱ Εὐρωπαῖοι τὴν ταυτότητά τους, τὶς κοινές τους ρίζες καὶ τὴν κοινή τους ἀποστολή. Στὴν ἀρχὴ οἱ φωτισμένοι ἦταν λίγοι. Σήμερα ἔγιναν πολλοὶ καὶ κάθε χρόνος ποὺ περνᾶ γίνονται περισσότεροι. Καὶ θὰ μποροῦσε νὰ λεχθεῖ ὅτι ἡ ἰδέα κατακτᾶ ταχύτερα τοὺς λαούς μας ἀπ’ ὅ,τι ἡ ἡγεσία τους. Ἀποτελεῖ, νομίζω, κοινοτοπία νὰ συζητοῦμε γιὰ τὴν σκοπιμότητα τῆς ἑνώσεως τῆς Εὐρώπης, ποὺ ἔγινε ἤδη συνείδηση στοὺς λαούς μας. Μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν διαφορὲς ἀπόψεων, ὡς πρὸς τὴν μορφή, τὴν ἔκταση καὶ τὸν ρυθμὸ τῆς ἑνώσεως. Δὲν μπορεῖ ὅμως νὰ ὑπάρξει λογικὴ ἀντίρρηση γιὰ τὴν ἕνωση αὐτὴ καθεαυτή, ποὺ εἶναι ζήτημα ζωῆς καὶ θανάτου γιὰ τὴν ἤπειρό μας. Εἶναι ἐξάλλου γνωστὸ ὅτὶ ἡ ἔννοια τῆς ἑνώσεως -κάθε ἑνώσεως- ταυτίζεται σχεδὸν μὲ τὴν ἔννοια τῆς δυνάμεως. Καὶ τὴν ἀλήθεια αὐτὴ τὴν ἐπιβεβαιώνουν ἄπειρα παραδείγματα, ἀπὸ τὴν Ρώμη, ποὺ μὲ τὴν ἕνωσή της ὑπέταξε τὴν διηρημένη Ἑλλάδα, μέχρι τὴν Ἀμερικὴ καὶ τὴν Γερμανία, ποὺ καὶ αὐτὲς μὲ τὴν ἑνοποίησή τους ἀπέκτησαν μοναδικὴ ἰσχύ. Ἐὰν οἱ ἀρχαῖες ἑλληνικὲς πόλεις εἶχαν ἀκούσει τὸν Ἰσοκράτη, ποὺ σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ τὶς συνεβούλευε νὰ ἑνωθοῦν, θὰ ἦταν ἄλλη ἡ ἐξέλιξη τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ ἡ πορεία τῆς ἱστορίας.
Ἡ Εὐρώπη ποὺ μέχρι τὶς ἀρχὲς τοῦ αἰώνα μας, κυριαρχοῦσε ὑπὸ διάφορες μορφὲς στὸν κόσμο, βρίσκεται σήμερα σὲ παρακμή• καὶ θὰ εἶχε χάσει τὴν ἐλευθερία της, ἐὰν δὲν εἶχε τὴν ἀλληλεγγύη τῆς Ἀμερικῆς. Ἤδη γιὰ νὰ ἐπιζήσει θὰ πρέπει νὰ ἑνωθεῖ. Καὶ νὰ μετατρέψει τὸ τεράστιο δυναμικὸ ποὺ διαθέτει σὲ δύναμη πολιτική, οἰκονομικὴ καὶ ἠθική.
Γιὰ νὰ ἐκτιμηθεῖ ὅμως καλύτερα ἡ σημασία τῆς ἑνώσεως τῆς Εὐρώπης, θὰ πρέπει νὰ θεωρηθεῖ στὰ πλαίσια τῆς σημερινῆς πραγματικότητας. Ἡ ἀνθρωπότης περνᾶ σήμερα μιὰ κρίσιμη μεταβατικὴ περίοδο, ποὺ τὴν χαρακτηρίζει καθολικὴ καὶ ἔντονη ἀνησυχία. Ἀνησυχία ποὺ ἐκδηλώνεται ὑπὸ διάφορες μορφές, ἀπὸ τὸ ἄγχος μέχρι καὶ τὴν βία. Γιατί ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς μας θέλει νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ ἕναν τρόπο ζωῆς καὶ ἀναζητεῖ καινούργιο. Ἡ ἀγωνιώδης αὐτὴ ἀναζήτηση ἀποτελεῖ αὐτὴ καθ’ ἑαυτὴ μιὰ δύναμη ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἀγνοηθεῖ. Ἐὰν κατὰ τὰ προσεχῆ χρόνια ὑπάρξει πολιτικὴ καὶ πνευματικὴ ἡγεσία ἱκανὴ νὰ τὴν χειραγωγήσει, μπορεῖ ἡ δύναμη αὐτὴ νὰ ἀποβεῖ δημιουργική. Καὶ νὰ ὁδηγήσει σὲ μία καλύτερη ζωὴ καὶ θὰ ἔλεγα σὲ μία καινούργια Ἀναγέννηση. Ἐὰν ἀφεθεῖ ἀχειραγώγητη, μπορεῖ νὰ ἀποβεῖ καταστροφική.