10 Ιουλίου 1961
Κυρίαι και Κύριοι,
Εξ ονόματος του ελληνικού λαού απευθύνω εγκάρδιον χαιρετισμόν προς υμάς και δι’ υμών προς τους φίλους και συμμάχους λαούς, τους οποίους εκπροσωπείτε.
Εις την συνείδησιν των Ελλήνων η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότης δεν συνιστά απλώς μίαν οικονομικήν κοινοπραξίαν, αλλά αποτελεί οντότητα με ευρυτέραν πολιτικήν αποστολήν και σημασίαν. Εάν πρώτοι επιδιώξαμεν την μετά της Κοινότητος σύνδεσίν μας, επράξαμεν τούτο εμπνεόμενοι από την πίστιν ότι η οικονομική ενοποίησις της Ευρώπης θα οδηγήση εις την ουσιαστικήν ευρωπαϊκήν ενότητα και δι’ αυτής εις την ενίσχυσιν της δημοκρατίας και της ειρήνης εις ολόκληρον τον κόσμον.
Οι ευρωπαϊκοί λαοί επλήρωσαν ακριβά εις αίμα και εις καταστροφάς τους εθνικούς και οικονομικούς ανταγωνισμούς των. Εχρειάσθησαν δοκιμασίαι αιώνων διά να συνειδητοποιήσουν την αλήθεια ότι ουχί διά της κυριαρχίας του ενός επί των άλλων, αλλά διά της ισοτίμου συνεργασίας και της ενεργού αλληλεγγύης είναι δυνατόν να ασφαλισθή η επιβίωσις και η ευημερία της Ευρώπης. Την οδόν αυτήν, η οποία απετέλεσε το μέγιστον μάθημα της ιστορίας του αιώνος μας, ηκολούθησαν αι χώραι αι συμπήξασαι την ΕΟΚ.
Εις την Ρώμην, ετέθη ο θεμέλιος λίθος της νέας Ευρώπης. Επιτρέψατέ μου να είπω χωρίς να υπερτιμώ την σημασίαν της χώρας μου, ότι και σήμερον εις τας Αθήνας σημειούται ένα γεγονός, το οποίον συμβάλλει ουσιωδώς, εις την στερέωσιν του οικοδομήματος, το οποίον εθεμελιώθη εν Ρώμη. Σήμερον εισέρχεται εις την οικογένειαν των οικονομικώς ισχυρών χωρών, τας οποίας εκπροσωπείτε, χώρα διανύουσα το κρίσιμον στάδιον της αναπτύξεώς της. Το γεγονός τούτο διευρύνει τον χαρακτήρα της Κοινότητος και αποδεικνύει αίσθημα ευθύνης των οικονομικώς ισχυρών χωρών έναντι των προβλημάτων της εποχής μας. Είναι καιρός, πράγματι, να αποδειχθή ότι η Ελευθερία και η Δημοκρατία δεν αποτελούν εμπόδιον εις την οικονομικήν ανάπτυξιν και την αντιμετώπισιν των κοινωνικών προβλημάτων, των οικονομικώς ασθενεστέρων λαών.
Ο Ελληνικός λαός, υπερνικήσας τας μεγάλας δυσχερείας του παρελθόντος εξησφάλισε πολιτικήν σταθερότητα, επέτυχε πλήρη νομισματικήν εξυγίανσιν και εκινητοποίησεν όλας τας δυνάμεις του διά την οικονομικήν και κοινωνικήν του πρόοδον. Ήδη, διά της συνδέσεώς της με την ΕΟΚ η ελληνική οικονομία εισέρχεται εις μίαν νέαν και αποφασιστικήν φάσιν της εξελίξεώς της. Γνωρίζουν οι Έλληνες ότι ο δρόμος θα είναι δύσκολος. Εις την ανοδικήν πορείαν, την οποίαν ακολουθεί σήμερον θα χρειασθή να καταβάλη η Ελλάς προσθέτους προσπαθείας διά την αύξησιν της παραγωγής της και την προσαρμογήν αυτής εις τας ευρωπαϊκάς συνθήκας, προς εξασφάλισιν υγιούς συναγωνιστικότητος εις τον ευρύτερον χώρον μιας καταναλωτικής αγοράς 170 εκατομμυρίων ανθρώπων. Γνωρίζουν όμως επίσης ότι εις το τέρμα του δρόμου αυτού ευρίσκεται η οριστική έξοδος της χώρας μας από την υπανάπτυξιν, και, μία καλυτέρα αύριον δι ημάς και τα τέκνα μας.
Η υπογραφείσα σήμερον συμφωνία εξασφαλίζει τους καλυτέρους δυνατούς όρους διά την πραγματοποίησιν της συνδέσεως της Ελλάδος με την ΕΚΑ. Υπήρξε προϊόν μακράς και επιπόνου διαπραγματεύσεως. Αι ειδικαί συνθήκαι της ελληνικής οικονομίας επέβαλον εξαιρετικώς προσεκτικόν χειρισμόν, διότι έπρεπε να εξασφαλισθούν αι απαραίτητοι προϋποθέσεις και εγγυήσεις διά την ομαλήν αναδιάρθρωσιν της ελληνικής οικονομίας. Κατά τας διαπραγματεύσεις, προέκυψαν, βεβαίως, δυσκολίαι και διαφωνίαι. Οσάκις όμως, αι διαφωνίαι και αντιθέσεις εφαίνοντο οδηγούσαι προς αδιέξοδον, επεκράτει τελικώς το πνεύμα της κατανοήσεως και της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Του πνεύματος τούτου πανηγυρικήν επιβεβαίωσιν αποτελεί η απόφασις των εξ Κυβερνήσεων όπως υπογραφή η συμφωνία εις τας Αθήνας και η σημερινή παρουσία όλων υμών εδώ. Η Ελλάς εκτιμά όλως ιδιαιτέρως το γεγονός αυτό. Προσλαμβάνει δε συμβολικόν χαρακτήρα η επιλογή της Ρώμης και των Αθηνών δια την υπογραφήν των δύο βασικών συμφωνιών της Κοινότητος. Διότι από τας δύο αυτάς πόλεις προήλθεν η Ευρώπη, την οποίαν ζητούμεν σήμερον να στηρίξωμεν σήμερον επί σταθερωτέρων βάσεων.
Η Συνθήκη της Ρώμης χθές, και σήμερον η Συνθήκη των Αθηνών δεν αποτελούν παρά σταθμούς. Θα υπάρξουν και άλλοι σταθμοί διά την ολοκλήρωσιν του έργου της ευρωπαϊκής ενώσεως. Πιστεύομεν, ότι θα έλθη η στιγμή καθ’ ην η Ευρώπη θα περιλάβη εις τους κόλπους της όλους ανεξαιρέτως τους ελεύθερους ευρωπαϊκούς λαούς. Μία ενιαία και ισχυρά Ευρώπη θα αποτελέση εγγύησιν, όχι μόνον διά την ιδικήν της επιβίωσιν, αλλά και διά την επικράτησιν της ελευθερίας ανά τον κόσμον. Διότι εδώ, εις την Ευρώπην, θα κριθή τελικώς η τύχη του ελευθέρου ανθρώπου.