Denis de Rougemont

Denis de Rougemont
L’Europe en jeu: unie ou colonisée

Entre amusement et l’admiration, Denis de Rougemont décrit les participants au Congrès européen qui s’est tenue à La Haye, May 1948

Rougemont[…] Cette architecture de grandes poutres, chevrons et traverses sculptés, soutenant un toit immense, tout là-haut, j’ai rêvé un instant qu’à douze ans, avec mes petits camarades, nous sautions d’une poutre à l’autre, sans regarder l’abîme sous nos pas… Vertige rapide.

J’abaisse mes regards le long des parois blanches et nues, jusqu’à cette rangée d’écussons aux lions couchés trois par trois. Plus bas, des tapis suspendus. Au-dessus de ma tête, un large dais carré, tout tendu de soie rouge et or. J’appuie ma tête contre les plis d’un lourd rideau de velours propre. Qui sont ces gens autour de moi, dont les visages s’illuminent dans le faisceau des projecteurs de cinéma?

Je suis assis derrière deux rangs de dos et de nuques fascinantes qui dépassent le dossier des fauteuils. Cette nuque très large et rouge, c’est Ramadier, cette placide et blonde, c’est Van Zeeland ; et cette absence de nuque, c’est Paul Reynaud. Une tête noire aux cheveux bien plaqués se penche vers un chapeau de femme – oui, c’est bien la princesse Juliana. Une nuque blanche et gonflée au-dessus d’un frac noir, Winston Churchill. A ma gauche, à ma droite, quelques profils d’amis, ce jeune ancien ministre socialiste hollandais, ce jeune ancien ministre conservateur anglais, les yeux bridés de Coudenhove, le sourire voltairien de Lord Layton, un homme en noir qui porte une longue chaîne en sautoir… Où suis-je? A quelle époque? Dans un rêve? Que se passe-t-il?

Quelqu’un parle devant un micro, et la voix me revient de la salle : «The task before us, at this congress, is not only to raise the voice of Europe as a united home… We must here and now resolve that a European Assembly shall be constituted…»

Oui, c’est un rêve devenu réalité, et que je faisais depuis vingt ans.

Devant nous, tout autour de nous, dans cette grande Salle des Chevaliers, qui est celle d’un très vieux Parlement, mille personnes, mille Européens. Je reconnais dans la foule quelques têtes, la moustache d’Anthony Eden, la face concave de Daladier, le profil du chapelier fou d’Alice in Wonderland (ce ne peut être que Bertrand Russell), le crâne poli de Prieto, les boucles blanches de William Rappard, un Anglais plus Anglais que nature : Charles Morgan, un archevêque qui représente le Vatican, un Lord Bishop qui représente Canterbury, les députés socialistes anglais, un joyeux anarchiste italien, des ministres allemands aux lunettes sans bord… Mais pourquoi cet immense applaudissement? «L’Europe, vient de dire quelqu’un dans le micro, c’est la civilisation des non-conformistes!»

Je regarde le texte qu’on m’a remis. «L’Europe, c’est la terre des hommes continuellement en lutte avec eux-mêmes, c’est le lieu où aucune certitude n’est acceptée comme vérité si elle n’est continuellement découverte. D’autres continents se vantent de leur efficacité, mais c’est le climat européen seul qui rend la vie dangereuse, aventureuse, magnifique et tragique – et, par là, digne d’être vécue». C’est mon ami Brugmans, travailliste hollandais, qui parle ainsi devant douze anciens présidents du Conseil, soixante ministres et anciens ministres, deux cents députés aux Parlements européens, et six cents autres délégués de vingt-cinq pays…

Mais je me dis qu’en effet, malgré tout, notre congrès est doublement non conformiste, puisqu’il a su rallier pour une œuvre commune les conformistes et les non-conformistes…

Tout à l’heure, nous avons traversé la salle en procession, Churchill et sa femme conduisant. Il y avait des fleurs partout, et des fanfares dans la cour du palais. – On dirait un mariage ! m’a soufflé mon voisin.

Read Previous

Robert Schuman

Read Next

Denis de Rougemont, Message aux Europeens

Denis de Rougemont

Kierkegaard και Άμλετ

Περιοδικό ΕΠΟΠΤΕΙΑ, τεύχος 88, Μάρτιος 1984.

rougemont3Η σταδιοδρομία του Soeren Kierkegaard εκτυλίχθηκε στη διάρκεια δώδεκα ετών σαν ένα δράμα μοναδικό, έντονο, αδυσώπητα αιτιολογημένο σε κάθε στιγμή της εξέλιξής του. Το πρώτο σπουδαίο έργο του, η «Εναλλαγή» εμφανίστηκε στα 1843, όταν ήταν ηλικίας 30 ετών, και γνώρισε μια υπέρμετρη επιτυχία. Αλλά, στο μέτρο που μπορεί κανείς να κατανοήσει καλύτερα, στη συνέχεια των έργων του, τα οποία γράφτηκαν και δημοσιεύτηκαν μ’ επιταχυνόμενο ρυθμό τριών ή τεσσάρων τόμων κατ’ έτος, το κοινό απομακρύνθηκε, πτοήθηκε. Και, όταν το 1854 επετέθη κατά μέτωπο εναντίον του επίσημου χριστιανισμού και των επισκόπων του, οι οποίοι είχαν επαινέσει τα πρώτα του έργα, έζησε εγκαταλελειμμένος στην πιο απόλυτη μοναξιά που είχε ποτέ γνωρίσει ένα μεγάλο πνεύμα. Ενα έτος αργότερα, εξαντλημένος από αυτή τη μονομαχία, μόνος εναντίον όλης της κοινής γνώμης, κατά τη διάρκεια ενός περιπάτου, έπεσε στο δρόμο, τον μετέφεραν σε νοσοκομείο όπου και πέθανε έπειτα από μερικές εβδομάδες, σε ηλικία σαράντα δύο ετών.

Το μόνο εξωτερικό συμβάν αυτού του δράματος ήταν η διάλυση των αρραβώνων του με τη Ρεγγίνα Όλσεν, κρίση πρωταρχική η οποία αποδέσμευσε την ανάβλυση όλου του έργου του. Αλλά η πράξη που προετοίμαζε αυτό το έργο, η πράξη μετά την οποία, σαν αυτή του άλλου Δανού πρίγκηπα, του Άμλετ, πέθανε, βέβαιος ότι έχει εκπληρώσει την αποστολή του, ήταν η επίθεση κατά του σύγχρονου χριστιανισμού εξ ονόματος του Χριστού του Ευαγγελίου. Όλα του τα έργα αισθητικά και φιλοσοφικά εμφανίστηκαν υπό διάφορα συμβολικά ψευδώνυμα. Χαρακτήριζε αυτά τα έργα «έμμεσες ανακοινώσεις», και αυτά τα ψευδώνυμα εικόνιζαν τα πρόσωπα ενός δράματος του οποίου αυτός μόνος κρατούσε το κλειδί. Αυτό συνέβη κατά το τέλος της ζωής του, η οποία χωρίς προσωπείο αφιερώθηκε στον αγώνα, κατά την πορεία της αποφασιστικής πολεμικής που τον οδήγησε στο θάνατο. Έτσι το δράμα του Kierkegaard ήταν τυπικά δράμα μιας κλήσης. Όλη η πόλη του δράματός του συνίσταται στην προοδευτική αποκάλυψη του νοήματος και του τέλους αυτής της κλήσης, μυστικά προσανατολισμένης, από την αρχή, προς μια μοναδική και εκρηκτική δράση, για την οποία ο ήρωας προετοιμαζόταν από μακρού, και μπροστά στην οποία διστάζει και υποχωρεί, μέχρις ότου ένα επιφανειακά δευτερεύον επεισόδιο προκαλεί το τελικό άλμα, τη λύση που ο ήρωας πληρώνει με τη ζωή του.

Υφίσταται λοιπόν μέσα στη δυτική γραμματεία ένα πρωτότυπο αυτής της τραγικής πράξης, μια έξοχη πτυχή, της οποίας η μορφή και η εξέλιξη παρουσιάζουν τις πιο έντονες αναλογίες με τη βιογραφία του Kierkegaard, χωρίς να καθυστερήσουμε πάνω στη σύμπτωση του Άμλετ, ενός Δανού πρίγκηπα —και που μπορούμε ν’ αναπολήσουμε σ’ αυτή— υπενθυμίζουμε κατ’ αρχήν τα πιο διακριτικά χαρακτηριστικά του δράματος το οποίο επινόησε η μεγαλοφυία του Shakespeare, αυτά που από πρώτη όψη θυμίζουν το δράμα το οποιο βιώθηκε από τον Kierkegaard και μας υποβάλλουν μία δυνατή παραλληλία. Η ιστορία του Άμλετ μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: ένας νέος βαθειά μελαγχολικός αναλαμβάνει μια τρομακτική αποστολή, μπροστά στην οποία διστάζει επί πολύ χρόνο. Αυτή η αποστολή, την οποία μόνον έμμεσα μπορεί ν’ αποκαλύψει, τον απομονώνει από τους ομοίους του, τον αναγκάζει να διαλύσει τον αρραβώνα του με την νεάνιδα Οφηλία και τον παρουσιάζει ως τύπο επικίνδυνα εξημμένο. Τελικά, αναγκάζεται από τυχαία περιστατικά να πραγματοποιήσει τη μοναδική πράξη μπροστά στην οποία ταλαντευόταν. Σκοτώνει τον σφετεριστή του θρόνου και χάνεται σ’ αυτόν τον αγώνα. Η μελαγχολία, μυστικό που έπρεπε να φυλάξει ενεργώντας ώστε να τη μαντεύσουν, η διάλυση αρραβώνων, τέλος η πολύκροτη καταγγελία του σφετερισμού τον οποίον όλοι συμφωνούσαν ν’ αποσιωπήσει: αυτή η σύνοψη του Άμλετ δεν είναι ταυτόσημη με τη σύνοψη της βιογραφίας του Kierkegaard; Υπολείπεται να δούμε εάν είναι δυνατό να επεκτείνουμε αυτή την παραλληλία πολύ πιο μακριά σε λεπτομέρειες. Ίσως αυτό να είναι ένα καλό μέσο να εξεικονίσουμε τη σκέψη και τη ζωή του Kierkegaard και γενικά αυτό που θα ονομάζαμε νόμους η ψυχολογία μιας κλήσης. Κατ’ αρχήν, ας εξετάσουμε το χαρακτήρα των δύο ηρώων, τον ένα πλασματικό και τον άλλο πραγματικό.

Read Previous

Serbie : une nouvelle énergie, un nouvel enthousiasme

Read Next

Benoît XVI